Νησιά Φερόε (Μέρος Β’)
****Το δεύτερο μέρος από το οδοιπορικό στα Νησιά Φερόε, το οποίο περιλαμβάνει μόνο τα σύντομα κείμενα που ανέβηκαν στα αγγλικά στη σελίδα μου στο facebook. Εδώ θα βρείτε ό,τι ανέβηκε τις τελευταίες τέσσερις μέρες του ταξιδιού. Τα πλήρη ταξιδιωτικά κείμενα -καθώς και περισσότερες φωτογραφίες- θα τα βρείτε στα επόμενα Telegram (μπορείτε να εγγραφείτε εδώ) καθώς και σε άλλα λινκ που θα δωθούν εν καιρώ.
Ο δρόμος για το Kunoy περνά μέσα από ένα σκοτεινό τούνελ μιας λωρίδας, που έχει μήκος δυο χιλιόμετρα. Το χωριό βρίσκεται σε μια εξαιρετική τοποθεσία, περικυκλωμένο κυριολεκτικά από θάλασσα, βουνά και ουρανό. Ξεκίνησε ως ένας οικισμός που φιλοξενούσε τρεις φάρμες και με το πέρασμα του χρόνου εξελίχθηκε στο χωριό που είναι σήμερα.
Όχι μακριά από εδώ, μπορεί κάποιος να κάνει πεζοπορία και να φτάσει στο εγκαταλελειμμένο χωριό του Scarð. Εκατό χρόνια πριν, όλοι οι άντρες του χωριού είχαν βγει στη θάλασσα για ψάρεμα και για κακή τους τύχη βρέθηκαν στη μέση μιας ισχυρής θύελλας. Κανένας απ’ αυτούς δεν επέστρεψε. Ο ανδρικός πληθυσμός του χωριού μειώθηκε δραματικά: απέμειναν μόνο δυο αγόρια 9 και 11 χρονών, καθώς κι ένας εβδομηντάχρονος άντρας. Μιας και η μοναδική ενασχόληση στο χωριό ήταν το ψάρεμα, όλοι οι κάτοικοι μετακόμισαν σε άλλες περιοχές.
Οι άνθρωποι που γνωρίζει κανείς όταν ταξιδεύει μόνος. Ο Χασάντι ήταν ο οδηγός μου στα βόρεια νησιά. Του άρεσε να συζητάει και μοιράστηκε πάρα πολλές ιστορίες για τη ζωή στα Φερόε. Σε κάποια στιγμή η κουβέντα έφτασε στα εγκαταλελειμμένα χωριά και αρχίσαμε να μιλάμε για το Scarð. Του είπα όσα είχα ακούσει για το μέρος, για τη θύελλα, για τα δυο παιδιά και τον 70χρονο άντρα που απέμειναν μετά την εξαφάνιση των υπολοίπων στη θάλασσα. Τότε, ο Χασάντι είπε: «Το 9χρονο παιδί ήταν ο παππούς μου…»
Καθότι μια ισχυρή θύελλα μαίνεται αυτές τις μέρες στα Νησιά Φερόε, είναι ευκαιρία για μια επίσκεψη στο Μουσείο Listasavn. Ένας από τους ζωγράφους που με εντυπωσίασαν ήταν ο Έντβαρντ Φούγκλο. Εδώ, ένα έργο του από το 2006 με τίτλο «Αποικία».
Η προσγείωση στα Νησιά Φερόε.
Η Ούνα Σουζάνα εργάζεται στο τοπικό δισκοπωλείο που ονομάζεται Tutl. Έψαχνα για μουσική από τα Νησιά κι εκείνη μου πρότεινε μια πληθώρα καλλιτεχνών, τους περισσότερους εκ των οποίων δεν είχα ακούσει ποτέ. Ό,τι πιο ενδιαφέρον άκουσα ήταν το συγκρότημα «Όρκα», οι οποίοι χρησιμοποιούν αυτοσχέδια χειροποίητα όργανα προκειμένου να αποδώσουν την φαροέζικη ατμόσφαιρα. Το Tutl βρίσκεται στην Τόρσαβν από το 1977 και προσπαθεί έκτοτε να αναδείξει την ντόπια μουσική σκηνή, ενώ έχει και δική του δισκογραφική εταιρεία υπό το ίδιο όνομα.
Σύμφωνα με τους ντόπιους, σε όποιο γεωγραφικό μήκος ή πλάτος του Ατλαντικού κι αν βρίσκεσαι, αυτή εδώ είναι η μόνη γέφυρα που περνάει από πάνω του.
Ένιωθα ότι δεν είχα δει επαρκώς το Κλάκσβικ, οπότε αποφάσισα να πάρω το λεωφορείο και να επιστρέψω εκεί. Ένας καλός μου φίλος έχει μια από τις μεγαλύτερες συλλογές σελιδοδεικτών στον κόσμο, κι έτσι αποφάσισα να ψάξω για βιβλιοπωλεία. Κάποιος ανάφερε το «Λέικαλουντ», οπότε ήξερα αυτομάτως ότι έπρεπε να το επισκεφθώ. Απ’ ότι διαπίστωσα, το Λέικαλουντ δεν είναι ένα απλό βιβλιοπωλείο: είναι για την ακρίβεια ένας πολυχώρος που στεγάζεται σε μια παλιά αποθήκη του λιμανιού χτισμένη πριν από 150 χρόνια. Στον πρώτο όροφο υπάρχει επίσης ένα φαρμακείο του 19ου αιώνα. Ο ιδιοκτήτης του πολυχώρου, Γιόγκβαν, ετοίμασε καφέ στο πιο παλιό δωμάτιο του κτηρίου. Στο Λέικαλουντ, μπορεί κανείς να βρει βιβλιοπωλείο, καφέ/μπαρ, αίθουσα εκδηλώσεων, μουσική σκηνή καθώς επίσης και παλιές ταινίες.
Λίγες μέρες νωρίτερα αναφέρθηκα στον πίνακα «Αποικία» του Έντβαρντ Φούγκλο. Όταν ετοιμαζόμουν να φύγω από το Λέικαλουντ, είπα στον Γιόγκβαν ότι μου άρεσε πολύ η δουλειά αυτού του καλλιτέχνη. Ο Γιόγκβαν έδειξε με το δάχτυλο ένα σπίτι στην απέναντι πλευρά του δρόμου και είπε: «εκεί μένει». Αποφάσισα μονομιάς να του χτυπήσω την πόρτα. Όταν άνοιξε, είπα: «Γεια. Είμαι ο Γιώργος και μου αρέσει πολύ η δουλειά σου». Με προσκάλεσε να περάσω μέσα, μου έδειξε το ατελιέ του και συζητήσαμε επί τρεις ώρες για εικαστικά και λογοτεχνία. Είναι ένας πολύ ευγενικός άνθρωπος καθώς κι ένας ιδιαίτερα αφηγηματικός καλλιτέχνης. Εδώ, τον βλέπετε να ποζάρει μπροστά από δυο έργα πάνω στα οποία εργάζεται αυτή την εποχή.
Η όμορφη Ελίν εργάζεται στο Καφέ Κασπάρ της Τόρσαβν, ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά καφέ της πόλης. Πολύ συχνά στο χώρο του καφέ λαμβάνουν χώρα εκθέσεις φωτογραφίας και ζωγραφικής. Η Ελίν αναλαμβάνει άλλοτε να ξεναγήσει τους θαμώνες στην έκθεση κι άλλοτε να ετοιμάσει τον καλύτερο καπουτσίνο της πόλης.
Στην τελευταία μισή μέρα στα Φερόε αποφάσισα να περιπλανηθώ στο Kirkjubøur, ένα γραφικό χωριό που δε βρίσκεται πολύ μακριά από την Τόρσαβν. Αν σε κάποιον αρέσει η πεζοπορία, το μονοπάτι που οδηγεί στο χωριό είναι ένα από τα πιο βατά των νησιών και χρειάζεται κανείς περίπου δυο ώρες για να φτάσει ως εκεί. Υπάρχουν λίγα σπίτια, μια παλιά εκκλησία από το 1111 και αναρίθμητα άλογα σαν αυτό εδώ.
Το κατάστημα Mikkalina Glas βρίσκεται στο κέντρο της Τόρσαβν και ειδικεύεται σε δημιουργίες φτιαγμένες από γυαλί. Η ιδιοκτήτριά του, Μίκκα, μετατρέπει τα πολύχρωμα τοπία των νησιών σε γυάλινα γλυπτά. Η διαδικασία είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αλλά και αργή, καθώς το γυαλί θα πρέπει να παραμείνει τουλάχιστον για μία μέρα στο φούρνο.
Άντι οποιασδήποτε άλλης τελευταίας φωτογραφίας, επιλέγω αυτήν εδώ. Όταν βρισκόμουν στο Eiði (δείτε το προηγούμενο ποστ), αυτός ο ηλικιωμένος άντρας βρέθηκε μπροστά μου τουλάχιστον τέσσερις-πέντε φορές. Τον είδα να οδηγεί (ή για την ακρίβεια, να ταξιδεύει) το αναπηρικό καροτσάκι του άλλοτε στις πλαγιές του χωριού κι άλλοτε δίπλα στη θάλασσα. Όπως μου είπαν οι ντόπιοι, ζει «σ’ ένα σπίτι όπου φροντίζουν τους ηλικιωμένους» αλλά δεν αποχωρίζεται τις συνήθειές του. Δεν του μίλησα, αλλά εύχομαι ολόψυχα να ζήσει εκατό ακόμα χρόνια.
Takk fyri, Føroyar. Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι κι ελπίζω να επιστρέψω ξανά σύντομα.